Κατ’ αρχάς αυτό το “αναλαμβάνω την ευθύνη σε σχέση με τους χειρισμούς της συγκεκριμένης υπόθεσης, αλλά δεν παραιτούμαι” επιβεβαιώνει ουσιαστικά τη λαϊκή ρήση που θέλει τη συγγνώμη (έστω και half-assed σαν κι αυτή) να αποτελεί μισό χέσιμο. Φυσικά και παραιτείσαι όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, όχι τόσο γιατί απέτυχες προσωπικά (που συνέβη κι αυτό όμως δεν είναι η ουσία) αλλά για να δείξεις πόσο σοβαρά αντιμετωπίζεις τις παθογένειες του εγχώριου συστήματος δικαιοσύνης. Μια παραίτηση για λόγους ευθύνης και ευθιξίας ταράζει τα νερά, πυροδοτεί συζητήσεις, εστιάζει στην ουσία και δρομολογεί αλλαγές εκεί που χρειάζονται. Όταν παραμένεις στη θέση σου (ενώ παραδέχεσαι ότι υπάρχει πρόβλημα) τότε απλά είναι Δευτέρα. Ψελλίζεις κάποιες νερόβραστες δικαιολογίες μαζί με μια χούφτα χριστοδουλιδικές “κάναμε αυτό, κάναμε εκείνο, θα κάνουμε ακόμα περισσότερα” φανφάρες και απλά περιμένεις να καθίσει η σκόνη απολαμβάνοντας τον δρόμο προς τη συνταξιοδότηση. Μέχρι το επόμενο χαστούκι από το ΕΔΑΔ όπου απλά επαναλαμβάνεις τη διαδικασία με τη νηφαλιότητα και ηρεμία κάποιου που πιστεύει πως αυτές οι σταγόνες στο πρόσωπό του είναι βροχή - ενώ δεν υπάρχει ούτε μισό σύννεφο στον ουρανό. Δεν είναι πάντα προσωπικό ξέρετε, ούτε επιχειρείται “προσπάθεια προσωποποίησης θεσμικών αποφάσεων”, με λίγα λόγια δεν περιστρέφεται ο πλανήτης γύρω από τη δική σας ύπαρξη. Το πρόβλημα είναι θεσμικό και η παραίτηση (μετά από επιβεβαιωμένη αποτυχία) βοηθάει στην αναγνώριση του προβλήματος και στέλνει το μήνυμα ότι η διάδοχη κατάσταση θα δουλέψει για την επίλυσή του με φρέσκια οπτική. Οι ισόβιοι αξιωματούχοι έδειξαν ότι μετατρέπονται σταδιακά σε ένα ανέλεγκτο και ανεξέλεγκτο καθεστώς, γι΄αυτό και το νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση (και που βολικά θα τεθεί σε ισχύ σε βάθος χρόνου μετά τη συνταξιοδότηση των νυν ΓΕ και ΒΓΕ) προβλέπει περιορισμένες θητείες για όλους. Μια παραίτηση θα επιτάχυνε τη διαδικασία και θα βοηθούσε να υλοποιηθεί το ζητούμενο: την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό ενός παραπαίοντος, παρωχημένου και επικίνδυνα συγκεντρωτικού θεσμού.
Όμως γίνεται χειρότερο παρακάτω. Από τη μια κάνει λόγο για “διαχρονική απουσία εξειδικευμένων διαδικασιών και πρωτοκόλλων για διερεύνηση τέτοιας φύσεως παραπόνων” κι από την άλλη μας υπενθυμίζει πως “από το 2022 έχουν πραγματοποιηθεί σειρά δράσεων στη Νομική Υπηρεσία που αποσκοπούν στην επιμόρφωση των λειτουργών μας και της αστυνομίας για τον καλύτερο χειρισμό τέτοιας ευαίσθητης φύσεως υποθέσεων”. Από τη μια διαχρονική απουσία εξειδικευμένων διαδικασιών και ταυτόχρονα έχουν γίνει πράγματα - κάτι σαν την γάτα του Σρέντινγκερ που ήταν ζωντανή και νεκρή την ίδια στιγμή. Μόλις το 2025 και μετά από δύο χαστούκια από ΕΔΑΔ για υποθέσεις βιασμών η ΝΥ -δια στόματος Σάββα Αγγελίδη- δηλώνει πως τώρα θα υπάρξει “ενδελεχής και εις βάθος αξιολόγηση όλων των παραμέτρων της απόφασης και των παραλείψεων που επισημάνθηκαν”, τώρα θα υπάρξει “επαναξιολόγηση της ποινικής διερεύνησης της συγκεκριμένης υπόθεσης”, τώρα θα “καταρτιστεί πρωτόκολλο για την αξιολόγηση καταγγελιών έμφυλης βίας, με τη συνδρομή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων”, τώρα θα ενισχυθούν τα “υποχρεωτικά σεμινάρια επιμόρφωσης για τους λειτουργούς της Νομικής Υπηρεσίας και ανακριτές, με έμφαση στη δευτερογενή θυματοποίηση, την ψυχολογική διάσταση των καταγγελιών και την αποφυγή στερεοτύπων και τώρα θα συσταθεί “εσωτερικός μηχανισμός εποπτείας για υποθέσεις ευάλωτων θυμάτων”. Τώρα. Και ούτε καν κάτι χειροπιαστό αλλά κλασικές κατόπιν εορτής λάβαμε-το-μήνυμα-και-το-μελετάμε κούφιες εξαγγελίες για ξεκάρφωμα μετά που πιάστηκες με κατεβασμένα παντελόνια - κάτι σαν το “δεν είναι αυτό που νομίζεις” των ξεπεσμένων θεσμών. Η αλήθεια είναι πως έχουν γίνει μανούλες στη διαχείριση κρίσεων αν αναλογιστεί κανείς πόσες από αυτές είναι δικά τους δημιουργήματα.
Αν νοιάζονταν πραγματικά για τη “δευτερογενή θυματοποίηση” και την “αποφυγή στερεοτύπων” αυτά τα πρωτόκολλα θα έχουν εφαρμοστεί εδώ και δεκαετίες. Όμως παραμένει ευκολότερο αντί για πρωτόκολλα να παρουσιάζεις ως ξέκωλλα τα θύματα βιασμού ώστε να αποφεύγεις προκαταβολικά δίκες που ενδεχομένως να χάσεις επειδή κάποιοι άλλοι έκαναν εξίσου σκατένια δουλειά. Δεν χρειάζεσαι πρωτόκολλα για να ΜΗΝ «φτάσεις σε επιλεκτικά συμπεράσματα, με στάση ενοχοποίησης του θύματος (victim-blaming)» και να «εκθέσεις την καταγγέλλουσα σε δευτερογενή θυματοποίηση μέσω ηθικολογικών και σεξιστικών στερεοτύπων που προκαλούν ενοχή, δίνοντας δυσανάλογη έμφαση στην έκφραση αισθημάτων της για τον φερόμενο ως δράστη” όπως κατηγόρησε ανοιχτά το ΕΔΑΔ τον Σάββα Αγγελίδη. Επιλέγεις να το κάνεις. Επιλέγεις να κρίνεις τον χαρακτήρα του θύματος. Επιλέγεις να ανακυκλώνεις απαρχαιωμένα (όμως βαθιά παγιωμένα) πατριαρχικά στερεότυπα. Επιλέγεις να τη θυματοποιήσεις δεύτερη φορά. Επιλέγεις να τερματίζεις την ποινική δίωξη και το δικαίωμα του θύματος να ακουστεί στο δικαστήριο με αδιαφάνεια και λόγω αόριστων «νομικών κωλυμάτων». Επιλέγεις να είσαι μέρος του προβλήματος εμποδίζοντας ουσιαστικά την όποια προσπάθεια εκσυγχρονισμού.
Και ακριβώς επειδή τα επιλέγεις όλα αυτά, πρέπει να παραιτηθείς. Χθες.
ΥΓ1 Ο βετεράνος δημοσιογράφος Ντίνος Μενελάου θύμισε στον ΒΓΕ το σκάνδαλο των συναρμολογημένων πολυτελών αυτοκινήτων του 2002 που οδήγησε στην παραίτηση του τότε Αρχηγού της Αστυνομίας ο οποίος κατά μια διαβολική σύμπτωση ήταν ο πατέρας του Σάββα. Αγγελίδη. Γράφει ο Ντίνος: “Το σκάνδαλο πήρε διαστάσεις, ο Αρχηγος Αστυνομίας διέψευσε ότι είχε οποιαδήποτε εμπλοκή. Ο Πρόεδρος Γλαύκος Κληρίδης ωστόσο, δεν επέλεξε την σιωπή όπως ο κύριος Χριστοδουλίδης. Αντίθετα δήλωσε "Ακόμα και αν δεν υπήρχαν αποδείξεις για παρανομίες του Αρχηγού της Αστυνομίας, η παραίτησή ήταν αναγκαία για την αποκατάσταση του κύρους της Αστυνομίας μετά από σοβαρές ενδείξεις κατάχρησης εξουσίας"”. Ίσως ο ΒΓΕ θα πρέπει να παραδειγματιστεί τόσο από τον βιολογικό όσο και από τον πολιτικό του πατέρα και να πράξει το σωστό.
ΥΓ2 Να σημειώσουμε τη γενναία προσωπική τοποθέτηση του Χρύση Παντελίδη που ένωσε τη φωνή του με ΑΚΕΛ, Οικολόγους και Volt ζητώντας ξεκάθαρα την παραίτηση Αγγελίδη, ο μόνος από το ΔΗΚΟ που το έπραξε καθώς το επίσημο κόμμα ακολουθεί την την προσφιλή μέθοδο “ποιούμαι την νήσσαν” του Προέδρου Χριστοδουλίδη αλλά και της Αννίτας Δημητρίου που σε αντίθεση με την πρώτη νερόβραστη αντίδραση του επίσημου ΔΗΣΥ, χαρακτήρισε “λανθασμένη την απόφαση για αναστολή της ποινικής δίωξης, σε υπόθεση που κατέδειξε το ΕΔΑΔ”, κρίνει ότι θεσμοί πρέπει “να επικοινωνούν τις αποφάσεις τους στους πολίτες και να εξηγούν με διαφάνεια το «γιατί»” και έκανε λόγο για “την ύπαρξη έμφυλων στερεοτύπων που οδηγούν σε διακρίσεις κατά των γυναικών, κάτι που δεν είναι θεωρία, αλλά πραγματικότητα”. Δεν ζήτησε την παραίτηση Αγγελίδη όμως αυτό είναι το κοντινότερο σε τολμηρή και γενναία τοποθέτηση επί του θέματος του κόμματος όπου ανήκουν τόσο ο ΒΓΕ όσο και ο κατηγορούμενος για βιασμό πολιτευτής της επίμαχης υπόθεσης.
ΥΓ3 Κλείνω με ένα απόσπασμα από την επιστολή της κοπέλας προς τον ΒΓΕ και τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη:
“Σας κατέθεσα ένα βίωμα που για χρόνια με δυσκολία μοιραζόμουν ακόμα και με τον ίδιο μου τον εαυτό. Ένα βίωμα που σε αναγκάζει να σκέφτεσαι «παράλογα», με μοναδικό σκοπό την επιβίωση. Το κουβαλούσα για χρόνια μέσα από αποτυχίες, ψυχιάτρους, αυτοκαταστροφή, φάρμακα, διατροφικές διαταραχές, απομόνωση, εμετούς, κλάματα, αυτοκτονικές τάσεις μέχρι που κατάφερα κάποια στιγμή να το φέρω μέχρι το αστυνομικό τμήμα.
Και εσείς τι κάνατε, κύριε Αγγελίδη;
Με μετατρέψατε σε κατηγορούμενη επειδή είχα συναισθήματα και ενσυναίσθηση. Μου στερήσατε το δικαίωμα να μιλήσω στο δικαστήριο και να διεκδικήσω πίσω τη χαμένη μου ζωή. Αφήσατε να ενημερωθώ για την αναστολή της ποινικής δίωξης από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τις ανακοινώσεις περί δήθεν δικαίωσης του κατηγορούμενου.
Αρνηθήκατε να μου δώσετε τον φάκελο της υπόθεσης. Αρνηθήκατε να μου κοινοποιήσετε τους λόγους της αναστολής. Αρνηθήκατε ακόμη και να μου δώσετε τις δικές μου καταθέσεις! Τις οποίες όμως, είχε λάβει εννοείται εξ αρχής ο κατηγορούμενος. Θέλατε, κύριε Αγγελίδη, να με καταστήσετε ανίκανη να διεκδικήσω πίσω την αξιοπρέπεια που μου κατακρεουργήσατε.